Ο Joseph Knobel Freud, ψυχαναλυτής και δισέγγονος του Sigmund Freud, μας μιλάει για την βαριά κληρονομιά του ονόματός του, την εφηβεία από την πλευρά παιδιών και γονέων, τους ανεκτικούς και απόντες σημερινούς γονείς, τις υπερδιαγνώσεις ψυχικών διαταραχών, το εφηβικό δωμάτιο ως καθρέφτισμα ταυτότητας και την αγάπη που εισπράττει από το ελληνικό κοινό.
Συνέντευξη: Δάφνη Σκαλιώνη
Ο Joseph Knobel Freud είναι κλινικός ψυχολόγος και ψυχαναλυτής παιδιών, εφήβων και ενηλίκων πάνω από τριάντα χρόνια. Ιδρυτικό μέλος και καθηγητής στη Σχολή Κλινικής Ψυχαναλυτικής για Παιδιά και Εφήβους της Βαρκελώνης και μέλος της διευθύνουσας ομάδας της Ισπανικής Ομοσπονδίας Συλλόγων Ψυχοθεραπευτών (FEAP), κάνει μαθήματα, συντονίζει εργαστήρια και δίνει διαλέξεις ανά τον κόσμο.
Είναι συγγραφέας βιβλίων που αφορούν την παιδική ηλικία και πολυάριθμων άρθρων σε εξειδικευμένα περιοδικά. Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία του Γονείς: μια διαρκής πρόκληση και Γονείς και έφηβοι: Μια διαρκής σύγκρουση από τις Εκδόσεις Πατάκη.
Επισκέφθηκε την Ελλάδα στο πλαίσιο της διοργάνωσης Αθήνα 2018 – Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου του δήμου Αθηναίων, μέγας δωρητής της οποίας είναι το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, με τη συνεργασία των Εκδόσεων Πατάκη.
«Ο παππούς μου κι ο Σίγκμουντ Φρόιντ ήταν ξαδέλφια. Όμως, ο παππούς μου πήγε στην Αργεντινή πριν από τον Α’ Παγκόσμιο. Μέρος της οικογένειας κατάφερε να πάει, ευτυχώς, διότι η υπόλοιπη οικογένεια σκοτώθηκε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο από τους Ναζί. Δεν είναι τόσο δύσκολο να φέρεις αυτό το όνομα. Το συνηθίζεις. Είναι μια ευθύνη, αλλά είναι μια ωραία ευθύνη. Ο κόσμος νομίζει ότι ο δρόμος είναι στρωμένος εξαιτίας του ονόματος. Όμως, ισχύει το αντίθετο. Πρέπει να εργαστείς και να μελετήσεις πολύ για ν’ αποδείξεις ότι εσύ ο ίδιος έχεις γνώσεις και ικανότητες. Γι’ αυτό ασχολούμαι με την παιδική ηλικία και την εφηβεία. Έχω εργαστεί και μελετήσει πολύ για να τα καταφέρω μόνος μου.»
Άλλωστε, εκτός από το ίδιο επώνυμο, ο Joseph Knobel μοιράζεται με τον πρόγονό του, Sigmund και μια κοινή εμπειρία θυματοποίησης από ένα φασιστικό καθεστώς.
«Όλοι ξέρουμε ότι ο Φρόιντ και πολλοί Εβραίοι διανοούμενοι εκδιώχθηκαν από τους Ναζί πριν από και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Πολλά χρόνια αργότερα, το 1977, πολλοί από όσους ανήκαμε στον αριστερό χώρο στην Αργεντινή, εκδιωχθήκαμε από τη δικτατορία των στρατιωτικών, που είχαν προβεί στο πραξικόπημα το 1976. Λόγω εκείνου του πραξικοπήματος, αναγκάστηκα κι εγώ να καταφύγω στην Ισπανία. Σήμερα πάλι έχουμε ένα τεράστιο πρόβλημα στην Ευρώπη και σε όλον τον κόσμο: την άνοδο της ακροδεξιάς, που πηγαίνει χέρι-χέρι με τον ρατσισμό, την ξενοφοβία και τον φόβο απέναντι στο διαφορετικό. Πρέπει να τα αντιπαλέψουμε όλα αυτά, διότι ζημιώνουν πολύ την κοινωνία.»
Από τότε που οι θεωρίες του Φρόιντ άρχισαν να δημιουργούν εντελώς νέες ψυχολογικές έννοιες, έχει περάσει πολύς καιρός. Έχουν αναπτυχθεί πολλές νέες θεωρίες και σχολές και μαζί τους διάφορες επικρίσεις της κλασικής μεθόδου της ψυχανάλυσης.
«Θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι όσο περνά ο καιρός περισσότεροι σκέφτονται για τον άνθρωπο. Υπάρχουν πάρα πολλές σχολές και διάφορα ρεύματα στην ψυχολογία. Όμως, παρόλο που λένε ότι η ψυχανάλυση δεν είναι πλέον τόσο σημαντική, αυτή εξακολουθεί να είναι ίσως ένα από τα σημαντικότερα ρεύματα στην ψυχοθεραπεία. Κι αυτό γιατί έχει επεκταθεί σε όλον τον κόσμο κι εφαρμόζεται σε όλον τον κόσμο. Είμαστε πάρα πολλοί οι ψυχαναλυτές σε όλες τις χώρες του κόσμου, που εξακολουθούμε να εργαζόμαστε και να σκεφτόμαστε με τον φροϋδικό τρόπο.»
Το βιβλίο Γονείς και έφηβοι: Μια διαρκής σύγκρουση είναι η ελληνική μετάφραση του Mi hijo es un adolescente: Adiós a la infancia (Το παιδί μου είναι έφηβος: Aντίο παιδική ηλικία). Ο συγγραφέας δεν διαφωνεί με την απόδοση στα ελληνικά…
«Είναι όντως μια διαρκής σύγκρουση… διότι η ζωή είναι έτσι και πρέπει να είναι έτσι. Είναι απαραίτητο οι έφηβοι να συγκρούονται με τους γονείς τους και οι γονείς να συγκρούονται με τους εφήβους. Πρέπει να τους βάζουν όρια και να μην είναι «φίλοι» τους.
Είναι βασικό οι γονείς να θέτουν όρια και οι έφηβοι να έχουν έναν γονιό με τον οποίο να μπορούν να συγκρουστούν. Το πρόβλημα της σύγχρονης κοινωνίας είναι η έλλειψη επικοινωνίας με τους γονείς. Επικοινωνούν ελάχιστα με τα έφηβα παιδιά τους και οι έφηβοι πλέον είναι υπερβολικά μόνοι τους. Δεν έχουν κάποιον με τον οποίον να συγκρουστούν. Έτσι, νιώθουν παραμελημένοι και εγκαταλειμμένοι. Οι αυταρχικοί γονείς του παρελθόντος έχουν δώσει τη θέση τους σε γονείς πολύ ανεκτικούς.
Αυτό δημιουργεί γενιές νέων υπερβολικά παραμελημένων. Έτσι, οι νέοι καταφεύγουν σ’ έναν μηχανισμό άμυνας και γίνονται επιθετικοί απέναντι στους γονείς που δεν τους προσέχουν. Οδηγούνται στο να γίνονται τυραννικοί ως άμυνα απέναντι στην αγωνία τους και τη μοναξιά τους. Έτσι είναι οι σύγχρονοι έφηβοι: παιδιά που βιώνουν τρομακτική εγκατάλειψη.
Χωρίς όρια, τα παιδιά νιώθουν εγκαταλειμμένα. Αν και οι έφηβοι νομίζουν ότι λαχταρούν την απόλυτη ελευθερία, τελικά βιώνουν το απόλυτο χάος. Ένα παιδί που έχει απέναντί του έναν ενήλικα που θα του ορίσει μια ορισμένη ώρα για να γυρίσει στο σπίτι ή που θα του πει «Κάνε τα μαθήματά σου!», καταλαβαίνει ότι ο ενήλικας νοιάζεται γι’ αυτό. Έτσι, όταν τα σύγχρονα παιδιά και οι σύγχρονοι έφηβοι δεν έχουν απέναντί τους ενήλικες που νοιάζονται γι’ αυτούς, νιώθουν πραγματικά εγκαταλειμμένοι. Νιώθουν αγωνία. Έχω πει ότι τον τελευταίο καιρό βλέπουμε γονείς που είναι οι ίδιοι αρκετά έφηβοι. Είναι όλοι μικροί στο σπίτι. Δεν υπάρχει κανένας ενήλικας να θέτει κανόνες. Κι αυτό προκαλεί μεγάλο άγχος. Είναι πολύ δύσκολο να είσαι γονιός. Είναι μια πρόκληση, μια πραγματική πρόκληση. Έτσι, πλέον στη σύγχρονη κοινωνία, ό,τι συνεπάγεται κάποια προσπάθεια φαίνεται πως το αφήνουμε στην άκρη. Δεν θέλουμε να καταβάλλουμε προσπάθεια. Ζούμε σε μια κοινωνία του «να μας έρχονται όλα εύκολα».
Είναι πιο εύκολο να πεις στο παιδί «Γύρνα όποτε θες» αντί να του πεις «Πρέπει να έχεις γυρίσει στο σπίτι στις 10». Τελευταία, οι γονείς αποφεύγουν την αντιπαράθεση και δεν ασχολούνται. Λένε, «Κάνε ό,τι θες». Ο καθένας κάνει τη ζωή του. Παρακολουθώ παιδιά που είναι πολύ μόνα τους. Τρώνε μόνα τους, βγάζουν φαγητό απ’ την κατάψυξη και δεν ξέρουν τι ώρα θα γυρίσουν οι γονείς τους στο σπίτι. Οι γονείς φροντίζουν το παιδί να έχει φαγητό… αλλά τα παιδιά δεν ξέρουν πού βρίσκονται οι γονείς τους. Είναι πολύ μόνα τους.
Οι μεγάλες συγκρούσεις μεταξύ γονιών και παιδιών πολύ συχνά αφορούν τη διαχείριση του χρόνου. Οι έφηβοι έχουν μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με τον χρόνο. Λένε, «Πρέπει να φύγω γρήγορα» και περνούν ώρες μπροστά απ’ τον καθρέπτη. Έχουν επίσης μια ορισμένη σχέση με την αυτοεικόνα τους. Οι έφηβοι χρειάζονται «άδεια» για να κατοικήσουν το νέο τους σώμα. Θέλουν να οικειοποιηθούν το σώμα τους, που άλλαξε. Έτσι, οι έφηβοι κάνουν πίρσινγκ ή τατουάζ ή σύμβολα ταυτότητας. Πολλές φορές οι γονείς αντιδρούν. «Πώς το έκανες αυτό;» Πολλά παιδιά μου λένε «Έκανα τατουάζ… αλλά δεν θέλω να το δει ο πατέρας μου». Τελικά, λαμβάνει χώρα ένα παιχνίδι εξαπάτησης, για να μην αποκαλυφθεί η πράξη. Γενικά, όλα έχουν να κάνουν με το σώμα. Τα ρούχα που φοράνε… τα αξεσουάρ που φοράνε…
Η διαχείριση του χρόνου και της εικόνας τους αποτελούσε πάντα αντικείμενο σύγκρουσης. Μην ξεχνάμε όμως ότι όταν ήμασταν εμείς νέοι, τουλάχιστον η δική μου γενιά… Όταν οι Beatles άρχισαν να αφήνουν μακριά μαλλιά, αυτό ήταν εξωφρενικό. Κι εμείς οι έφηβοι τους μιμούμασταν. Τώρα αν το παιδί βάψει τα μαλλιά του βιολετί ή κάνει μοϊκάνα… ή φορέσει σκουλαρίκια… σίγουρα θα προκαλέσει σύγκρουση. Αποζητά τη σύγκρουση. Αποζητά να αποκτήσει συνείδηση του σώματός του. Πρέπει να το σεβαστούμε αυτό.
Οι γονείς πρέπει να μάθουν να μιλάνε με τα παιδιά. Πρέπει να επικοινωνούν και να μιλάνε με τα παιδιά τους. Είναι πολύ σημαντικό να μην φοβούνται να μιλάνε. Δεν πρέπει να υποχρεώνουν τα παιδιά να τους μιλάνε ή να τους λένε «Πες μου με ποιον είσαι!» Πρέπει να ενδιαφέρονται για τα παιδιά και να το δείχνουν. Καμιά φορά λέω στους γονείς… Παραπονιούνται ότι τα παιδιά τους παίζουν συνεχώς βιντεοπαιχνίδια. Τους λέω, λοιπόν, «Εσύ έπαιξες με το παιδί; Παίξε με το παιδί σου. Ρώτα το με τι έχει να κάνει το βιντεοπαιχνίδι. Προσπάθησε να κάνεις το παιδί σου να σου μάθει το βιντεοπαιχνίδι». Το ζήτημα θα είναι άλλο.
Ναι, αλλά αν το παιδί θέλει να παίζει όλη τη μέρα; Κάτι θα του συμβαίνει. Σίγουρα, αν ένας γονιός λέει όλη τη μέρα στο παιδί… «Μην κάνεις αυτό, μην παίζεις» κτλ… μόνο και μόνο από αντίδραση απέναντι στον γονιό, το παιδί θα υπερβάλει. Επομένως, είναι καλύτερο να βρίσκουμε φόρμουλες. Δεν λέω ότι είναι εύκολο. Λέω ότι πρέπει να βρίσκουμε φόρμουλες ώστε το παιδί να μπορεί να μην παίζει και να του φαίνεται ελκυστική η μελέτη. Όμως, επιμένω ότι αυτό απαιτεί πολύ διάλογο.
Όλοι φοβόμαστε το καινούργιο. Είναι κάτι πολύ ανθρώπινο. Εμείς που δεν είμαστε παιδιά της ψηφιακής εποχής, νιώθουμε φόβο. Τα παιδιά μας είναι παιδιά της ψηφιακής εποχής και συνδέονται με τα μέσα αυτά με άλλον τρόπο. Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τι ακριβώς κάνουν και να επικοινωνήσουμε μαζί τους. Δεν υποστηρίζω ότι τα παιδιά πρέπει να είναι διαρκώς στο Ίντερνετ. Πρέπει να ψάξουμε όμως με τι άλλο μπορούν να συνδεθούν. Πρέπει να μιλάμε με τα παιδιά, για να συνδέονται με άλλα πράγματα. Ξέρουμε ότι είναι πολύ ελκυστική η σύνδεση που προσφέρει το Ίντερνετ και τα μέσα γενικά. Ξέρουμε τους κινδύνους τους. Όμως, πρέπει να μιλάμε με τα παιδιά, με τους εφήβους, έτσι ώστε να ανοίξουν άλλα κανάλια σύνδεσης.
Να βγαίνουν περισσότερο… Βέβαια, πολλοί γονείς δεν θέλουν να βγαίνουν τα παιδιά τους. «Είναι επικίνδυνο να βγαίνει το βράδυ». Τα παιδιά σήμερα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ισπανία, θέλουν να βγαίνουν στη μία τη νύχτα. Κι οι γονείς δεν τα αφήνουν. Γίνονται πολλοί καβγάδες στο σπίτι… Και το παιδί, αν υπακούσει τους γονείς του, μένει στο σπίτι. Έτσι, τι θα κάνει; Θα παίξει βιντεοπαιχνίδια, ή θα ασχοληθεί με το Facebook και το Instagram.
Πλέον οι έφηβοι δεν αποχωρίζονται το Instagram ούτε όταν βγαίνουν. Βγαίνουν με παρέα, αλλά είναι με το κινητό στο χέρι. Ναι, αλλά εγώ ρωτάω το εξής: ποιος αγόρασε το κινητό στο παιδί; Στη σημερινή κοινωνία οι γονείς παραπονιούνται… αλλά είναι οι πρώτοι που αγοράζουν τα πιο ακριβά κινητά. Δεν λένε «Για να δούμε αν στ’ αλήθεια το χρειάζεσαι το κινητό». Πολλές φορές με ρωτούν σε ποια ηλικία είναι καλό να αγοράσουν κινητό στο παιδί. Εγώ λέω ότι πριν από τα 15 έτη δεν πρέπει. Στην Ισπανία, αγοράζουν κινητά σε παιδιά ηλικίας 10 ετών! Επομένως, ζούμε σε μια κοινωνία που καλύπτει με υλικά αγαθά, με δώρα, όπως κινητά άλλες ανάγκες των παιδιών. Δεν πιστεύω ότι ένα παιδί 12 ετών χρειάζεται να έχει κινητό.
Βέβαια, στην Ισπανία υπάρχουν πολλά σχολεία που διαφημίζουν ως κάτι καλό το γεγονός ότι οι εργασίες γίνονται μέσω τάμπλετ. Στην πραγματικότητα, ζούμε σε μια κοινωνία όπου επικρίνουμε την τεχνολογία, αλλά τη χρησιμοποιούμε. Οι γονείς λένε, «Το παιδί μου είναι μπροστά από μια οθόνη. Δεν διαβάζει». Είναι βασικό να διαβάζει κανείς. Το λέω στα βιβλία μου. Παρ’ όλα αυτά, ενίοτε ρωτάω τους γονείς… «Ποιο είναι το τελευταίο βιβλίο που διαβάσατε;» Όμως, κι εκείνοι δεν διαβάζουν. Επομένως, πρέπει να ξέρουμε ότι τα παιδιά κάνουν ό,τι κάνουν και οι γονείς. Μιμούνται τους γονείς. Αν ο γονιός, όταν πάει σπίτι, ανοίγει απευθείας την τηλεόραση, δεν είναι παράξενο ότι και το παιδί ανοίγει αμέσως την οθόνη. Αν όμως ο γονιός μιλάει με το παιδί, το ρωτά πώς πήγε στο σχολείο… Και μετά το παιδί βλέπει τον γονιό να διαβάζει ένα βιβλίο και να μην είναι μπροστά από μια οθόνη στέλνοντας μηνύματα, ίσως το παιδί να πει, «Ενδιαφέρον. Θα δοκιμάσω αυτό που κάνει ο μπαμπάς».
«Πολλά παιδιά και έφηβοι σήμερα διαγιγνώσκονται με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ). Για εμένα δεν υφίσταται ως πάθηση, αλλά αυτό είναι μεγάλη συζήτηση στον κόσμο της ψυχολογίας και της ψυχοθεραπείας σήμερα. Κατά τη γνώμη μου, υφίσταται μια υπερδιάγνωση… μια ευκολία στις διαγνώσεις. Μέχρι και οι δάσκαλοι κάνουν διάγνωση, με ένα απλό τεστ ερωτήσεων. Όπως αν το παιδί κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα… Με αυτή τη λογική, όλα τα παιδιά θα έπρεπε να έχουν ΔΕΠΥ! Στην πραγματικότητα, παίζουν ρόλο πολλοί παράγοντες, όπως οι πωλήσεις του ίδιου του φαρμάκου. Οι φαρμακευτικές έχουν παίξει τον ρόλο τους στην εξάπλωση αυτής της επιδημίας, θα λέγαμε, της διαταραχής ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας. Οι φαρμακευτικές έχουν κάνει πολλά, ώστε το φάρμακό τους να πουλάει. Κι αυτό είναι σημαντικό να το γνωρίζουμε. Έτσι, έχουμε παιδιά που καταναλώνουν αυτό το φάρμακο. Αυτό δεν είναι πάντα καλό κι έχει πολλές παρενέργειες.
Βασικά, τόσο στην παιδική όσο και στην εφηβική ηλικία δεν είμαι θιασώτης των διαγνώσεων. Θεωρώ πως το ωραίο στο να δουλεύεις με παιδιά κι εφήβους είναι το γεγονός ότι είναι δεκτικά σε πληροφορίες. Το μυαλό τους απορροφά πληροφορίες. Έτσι, έχουμε παρά πολλές δυνατότητες μεταμόρφωσης. Στην πραγματικότητα, ο χαρακτηρισμός ενός παιδιού ως ψυχαναγκαστικό, ή με εναντιωτική-προκλητική διαταραχή, κι όλα αυτά τα ακρωνύμια των διαταραχών… Ή αυτιστικό… Όλα αυτά καταλήγουν να διαφοροποιούν το παιδί, κι αυτό δεν είναι υγιές για κανέναν.»
«Θεωρώ πως το παιδί, μέσω της ακαταστασίας του δωματίου του, δείχνει πώς είναι στην πραγματικότητα. Πρέπει να το σεβόμαστε. Πρέπει να επιτρέπουμε στο παιδί να έχει τον δικό του κόσμο μέσα στην ακαταστασία του δωματίου του. Ας μην επεμβαίνουμε στο δωμάτιο των παιδιών. Μπορεί να βρούμε και πράγματα που δεν μας αρέσουν. Πρέπει να επιτρέπουμε στο παιδί να έχει τον χώρο του. Είναι μια περίπλοκη ηλικία. Το παιδί εξαρτάται από τους γονείς, δεν μπορεί να μείνει μόνο του, αλλά πρέπει να έχει τον δικό του χώρο. Κι εμείς πρέπει να σεβόμαστε τον προσωπικό του χώρο. Μπορεί όλα να είναι άνω κάτω, να επικρατεί ένα χάος… όμως, είναι το δικό του χάος. Τα παιδιά το νιώθουν ως εισβολή, όταν επεμβαίνουμε στο δωμάτιό τους. Όταν θέλουν να βρουν κάτι, θα το βρουν. Μπορούμε επίσης να κάνουμε συμφωνίες. «Μία φορά τον μήνα θα καθαρίζεις το δωμάτιό σου». Ή «δεν θα φέρνεις φαγητό στο δωμάτιό σου». Όχι τίποτα άλλο, για να μη μαζεύονται μυρμήγκια… Δεν πρέπει να του λέμε για παράδειγμα να πετάξει ρούχα που δεν φοράει, αν εκείνο θέλει να τα κρατήσει. Το ίδιο ισχύει για πράγματα της παιδικής του ηλικίας, χαρτιά κτλ. Πρέπει να σεβόμαστε τον κόσμο των εφήβων. Φυσικά και πρέπει να βοηθούν στο σπίτι. Κι όχι μόνο να συγυρίζουν το δωμάτιό τους. Γιατί αυτό θα ήταν βοήθεια με αποδέκτη τον εαυτό τους. Πρέπει να μάθουν να συγυρίζουν το δωμάτιό τους, αλλά επίσης, η βοήθεια μπορεί να είναι στην κουζίνα, στο μαγείρεμα, στα ψώνια. Μπορούν να στρώνουν ή να μαζεύουν το τραπέζι. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να κάνει ένας έφηβος.»
Οι έφηβοι πενθούν την απώλεια της παιδικής τους ηλικίας. Ταυτόχρονα, οι γονείς πενθούν την απώλεια του μικρού παιδιού τους. Πρέπει να συμβιβαστούν με την ιδέα ότι ποτέ ξανά δεν θα δουν και δεν θα αγκαλιάσουν εκείνο το γλυκό παιδάκι που είχαν.
«Πρέπει να καταλάβουμε ότι η εφηβεία είναι ένα περίπλοκο διάστημα… Καθώς οι έφηβοι, εκείνο το διάστημα, πενθούν για πολλά πράγματα. Πενθούν τους γονείς της παιδικής τους ηλικίας… Κι αντίστροφα, οι γονείς πενθούν για το μικρό παιδί, για το παιδί που φέρεται καλά, που είναι υπάκουο και που χρειάζεται τους γονείς. Είναι ένα διάστημα μεγάλων αλλαγών και γι’ αυτό, είναι λογικό να υπάρχει σύγκρουση. Όταν βλέπω έναν έφηβο ο οποίος δεν έρχεται σε σύγκρουση σκέφτομαι ότι κάτι παράξενο συμβαίνει. Εφηβεία σημαίνει σύγκρουση διότι είναι ένα διάστημα μεγάλου πένθους. Έτσι ακριβώς, πένθους. Ο έφηβος ταλανίζεται από όλα όσα έχει χάσει κι από τις αλλαγές που βιώνει όπως ακριβώς και οι γονείς. Όλοι πρέπει να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση.»
«Ευχαριστώ πολύ όλους τους Έλληνες για τις δράσεις που κάναμε στο πλαίσιο της «Αθήνας 2018 – Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου». Είχαν μεγάλη επιτυχία, ήρθε πολύς κόσμος. Πολύς κόσμος ζήτησε να διαβάσει τα βιβλία μου, «Γονείς: Μια διαρκής πρόκληση» και «Γονείς και έφηβοι: Μια διαρκής σύγκρουση». Με ευχαριστεί πολύ η απήχηση που έχουν τα βιβλία μου στην Ελλάδα και το πώς με έχει δεχτεί ο ελληνικός λαός.»
Μοιράσου το άρθρο: